ἀποκατωσάγονο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποκατωσάγονο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀποκατωσάγονο τὸ ἀμαρτ. ἀπ᾿κατουσάγουνου Ἤπ. (Χουλιαρ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιρρ. ἀποκάτω καὶ τοῦ οὐσ. σαγόνι.
Σημασιολογία
Ἡ κάτω σιαγών. Συνών. κατωσάγονο.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA