ἀπόφλησι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπόφλησι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀπόφλησι ἡ, ἀμάρτ. ’πόφλησι Ρόδ. (Κάστελλ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀποφλῶ. Πβ. καὶ μεσν. ἀπόφλησις=ἀπαλλαγὴ ἀπὸ χρέους.
Σημασιολογία
Ἐξολόθρευσις, καταστροφὴ τελεία.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA