ἀπόφοβα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπόφοβα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀπόφοβα ἐπίρρ. ἀμάρτ. ’πόφοα Κύπρ.-ΔΛιπέρτ. Τζιυπρ. τραούδ. 3, 95.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἀμαρτ. ἐπιθ. ἀπόφοβος.

Σημασιολογία

Ἄνευ φόβου, ἀφόβως: Ποίημ. Ταὶ ’πόφοα τ’ ἐμεῖς ’εν-νὰ τοῦ ποῦμεν τοὺς νόμους του γιˬὰ τέθκοι͜αν ὀμορφκιˬὰν πῶς ’ὲν ἔν’ βολετὸν νὰ τοὺς κρατοῦμεν, γιˬατ’ ἔχουμεν ταὶ γαῖμαν ταὶ καρτκιˬὰν ΔΛιπέρτ. ἔνθ’ ἀν. Συνών. ἄφοβα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/