ἀποφορτίζομαι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποφορτίζομαι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀποφορτίζομαι ἀμάρτ. ἀποφορτίγουμαι Πόντ. (Κερασ. Χαλδ.) ἀποφορτίσκουμαι Πόντ. (Τραπ.)
Χρονολόγηση
Αρχαίο
Ετυμολογία
Τὸ ἀρχ. ἀποφορτίζομαι.
Σημασιολογία
Ἀπαλλάσσομαι τοῦ φορτίου μου ἀποθέτων αὐτὸ ἔνθ’ ἀν.: Ἔρθα ἀσ’ σὴν χαμαιλέτεν κ’ ἐπεφορτίγα (ἦλθον ἀπὸ τὸν μύλον καὶ ἀπέθεσα τὸ φορτίον μου) Χαλδ. Συνών. ξεφορτώνομαι (ἰδ. ξεφορτώνω).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA