ἀπόσκολος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπόσκολος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀπόσκολος ἐπίθ. Λεξ. Δημητρ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ μεταγν. ἐπιθ. ἀπόσχολος.
Σημασιολογία
Ὁ περατώσας τὰς σπουδάς του, πεπαιδευμένος, πολυμαθής.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA