ἀποκυκλώνω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποκυκλώνω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀποκυκλώνω ἀμάρτ. ἀποτσυκλώνω Μεγίστ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ μεσν. ἀποκυκλῶ.
Σημασιολογία
Συλλαμβάνω, ἐμβροχίζω: ᾎσμ. Πάει ἡ πέρδικα νὰ πιῇ . . . τὰ βρόι' ἀποτσυκλώνουν την τσ᾿ ἑ τσυνηὸς ἁρπᾷ την.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA