ἀπολιγοθυμῶ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπολιγοθυμῶ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀπολιγοθυμῶ Πόντ. (Κερασ. Τραπ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ρ. λιγοθυμῶ.
Σημασιολογία
Συνέρχομαι ἐκ τῆς λιποθυμίας, ἀνανήφω ἔνθ’ ἀν.: Ἐλιγοθύμεσα καὶ ὕστερα ἀσ' ἕναν ὥραν ἐπελιγοθύμεσα Τραπ. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀπολιγοθυμζω 2.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA