γαστράκι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γαστράκι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

γαστράκι τό, ἀμάρτ. ᾿ιˬαστράκι Νάξ. (᾿Απύρανθ.) γιˬαστράκι Νάξ. (᾿Απύρανθ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ οὐσ. γαστρί, παρ’ ὃ καὶ ’ιˬαστρὶ καὶ γιˬαστρί καὶ τῆς ὑποκορ. καταλ. –άκι.

Σημασιολογία

Ὄστρακον κεράμιον, τεμάχιον μικρὸν ἐκ συντριβέντος πηλίνου ἀγγείου. Πβ. γαστρὶ 3.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/