ἀκραργῶ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀκραργῶ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀκραργῶ Κρήτ.

Ετυμολογία

Τὸ μεσν. ἀκραργῶ. Πβ. Θρῆν Κωνπλ. στ. 846 (ἔκδ. ELegrand) «τὸν Τοῦρκον ἂν ἀφήκετε ’ς τὴν Πόλιν ν᾿ ἀκραργήσῃ, Ι θέλει παχύνειν τὸ θηριὸν καὶ θέλει δυναμώσει».

Σημασιολογία

Ὀλίγον τι βραδύνω: ᾿Ακράργησες νά ’ρθῃς. ᾽Ακραργεῖ τὸ βράδυ ὁ πατέρας μου νά ᾽ρθῃ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/