ἀκρίδαρος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀκρίδαρος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀκρίδαρος ὁ, Πελοπν. (Μεσσ.) ἀκριδάρα ἡ, Πελοπν. (Μεσσ. Τριφυλ.)

Ετυμολογία

Μεγεθ. τοῦ οὐσ. ἀκρίδα.

Σημασιολογία

Ἡ μεγάλη ἀκρὶς ἔνθ’ ἀν.: Τί ἀκριδάρα εἶναι αὐτή ! Μεσσ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/