ἀκρορρίζι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀκρορρίζι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀκρορρίζι τό, ΓΒλαχογιάνν. Λόγοι κι ἀντίλογ. 31.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἄκρος καὶ τοῦ οὐσ. ριζί.
Σημασιολογία
Τὸ τελευταῖον ἄκρον τῆς ρίζης: Μὲ τὰ νερά μου τὰ κρυφὰ καὶ μὲ τὰ φανερά μου σ’ ἀναστένω ἀπ’ τ’ ἀκρορρίζιˬα ὥς τὰ ξεκλώναρά σου τὰ πεˬὸ μακρινὰ (ταῦτα λέγει ἡ προσωποποιημένη Ποταμιὰ πρὸς τὸν ὡσαύτως προσωποποιημένον Πλάτανον).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA