ἀραέτσι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀραέτσι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
*ἀραέτσι ἐπίρρ. ἀραέτσ’ Πόντ. (Ἴμερ. Σάντ. Σούρμ. Σταυρ. Χαλδ.) ἀραβούτσ’ Πόντ. (Σάντ.) ἀραβουσὶ Καππ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ συνδ. ἄρα καὶ τοῦ ἐπιρρ. ἔτσι.
Σημασιολογία
Τοιουτοτρόπως λοιπόν, οὕτως ἔνθ’ ἀν.: Ἀραέτσ’ θέλω Χαλδ. Ἐγένομουνε ἀραέτσ’ (ἔγινα κτλ.) Σούρμ. Συνών. *ἀραέτσικα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA