ἀλαφρόμυˬαλος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀλαφρόμυˬαλος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀλαφρόμυˬαλος ἐπίθ. ἐλαφρόμυˬαλος Λεξ. Λάουνδ. Περίδ. Ἠπίτ. ἀλαφρόμυˬαλος σύνηθ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀλαφρὸς καὶ τοῦ οὐσ. μυˬαλό.

Σημασιολογία

Ἀνόητος, μωρὸς: Ἄνθρωπος ἀλαφρόμυˬαλος. Γυναῖκα ἀλαφρόμυˬαλη σύνηθ. Μοῦ τὰ λές καθὼς τὰ λένε οἱ κακοὶ καὶ οἱ στραβοὶ καὶ οἱ ἀλαφρόμυˬαλοι ΚΠαλαμ. Τρισεύγ. 61.Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀλαφρόγνωμος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/