ἀλαφρωμάρα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀλαφρωμάρα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀλαφρωμάρα ἡ, ἀμάρτ. ἀλαφρουμάρα Ἤπ. κ.ἀ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀλαφρὸς καὶ τῆς παραγωγικὴς καταλ. –ωμάρα.
Σημασιολογία
Κουφόνοια, μωρία. Συνών. ἀλαφράδα, ἀλαφρομυˬαλιˬά, ἀλαφροσύνη, κουταμάρα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA