ἀλογᾶτος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀλογᾶτος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀλογᾶτος ὁ, ἀμάρτ. ἀλογάτους Καππ. (Μαλακ. Μισθ.)ἀλογάτης Θρᾴκ. (Σαρεκκλ.)Καππ. (Ἀνακ. Σινασσ. κ.ἀ.)

Ετυμολογία

Τὸ μεσν. οὐσ. ἀλογᾶτος Πβ. Χρον. Μορ. 3660 Η (ἔκδ. JSchmitt)«ἐνταῦτα ἐχωρίσασιν χιλίους ἀλογάτους | καὶ τρεῖς χιλιάδες γὰρ πεζοὺς νὰ ὑπάουν ἐκεῖ μετ᾿ αὔτους». Τὸ ἀλογᾶτος κατὰ τὰ εἰς –ης οὐσιαστικά.

Σημασιολογία

Ὁ ἐπιβαίνων ἵππου, ἱππεύς. Πβ. ἀλογάρις, ἀλογᾶς, ἀλογατιˬέρης, ἀλογάτορας.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/