ἀπαράγγελτος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπαράγγελτος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀπαράγγελτος ἐπίθ. Αἴγιν. Πελοπν. (Ἀρκαδ.) κ.ἀ. –Λεξ. Μ.᾽Εγκυκλ. Πρω. Δημητρ. ἀπαράγγιλτους Θρᾴκ. (Ἀδριανούπ.) ἀπαράgερτος Κρήτ.

Ετυμολογία

Τὸ μεταγν. ἐπίθ. ἀπαράγγελτος.

Σημασιολογία

1) Ὁ μὴ κατὰ παραγγελίαν, ὁ μὴ κατ᾽ ἐντολὴν γενόμενος, ὁ μὴ παραγγελθεὶς Αἴγιν. Θρᾴκ. (Ἀδριανούπ.) Κρήτ. κ.ἀ. –Λεξ. Πρω. Δημητρ.: Μᾶς ἦρθε ἀπαράγγελτος ὁ καφὲς Αἴγιν. Ἀπαράγγελτα ἐμπορεύματα Λεξ. Δημητρ. 2) Ὁ ἄνευ προηγουμένης εἰδοποιήσεως προσελθών, αὐτόκλητος Πελοπν. (Ἀρκαδ.): Πῶς ἦρθες ἀπαράγγελτος;

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/