γαλάνης
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γαλάνης
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γαλάνης ἐπίθ. Κύθηρ. κ.ἀ. γαλά'ς Εὔβ. (Στρόπον.) Μακεδ. (Βελβ.) Στερελλ. (Αἰτωλ.) Θηλ. γαλάνω Πελοπν. (᾿Αρκαδ. Κυνουρ.) γαλάνου Εὔβ. (Στρόπον.) Μακεδ. (Βελβ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. γαλανὸς (ΙΙ) καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ης.
Σημασιολογία
1) Ξανθὸς Κύθηρ. κ.ἀ. 2) ᾿Αρσεν. καὶ θηλ. οὐσ., ὄνομα βοὸς ἢ ἡμιόνου ἢ κυνὸς ἢ προβάτου (ἐκ τοῦ λευκοῦ ἢ λευκοφαίου χρώματος) Εὔβ. (Στρόπον.) Μακεδ. (Βελβ.) Πελοπν. (᾿Αρκαδ. Κυνουρ.) Στερελλ. (Αἰτωλ.). Ἡ λ. καὶ ὡς ἐπών. Ζάκ. Ἤπ. Κίμωλ. Κρήτ. Κύθηρ. Νάξ. (’Απύρανθ.) Πελοπν. (Καλάβρυτ. Μάν.) Σκῦρ. Στερελλ. (Κεφαλόβρ.) Τσακων. Πβ. γαλάνι (ΙΙ).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA