ἁγιˬὰ-Κυριˬακὴ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἁγιˬὰ-Κυριˬακὴ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θυληκό
Τυπολογία
ἁγιˬὰ-Κυριˬακὴ ἡ, σύνηθ. ἁγία-Κερεκὴ Πόντ. (Κερασ.) ἁΐα-Κερεκὴ Πόντ. (Τραπ.) ἁε-Κερεκὴ Πόντ. (Χαλδ.)
Ετυμολογία
Ἐκ παραθέσεως τοῦ ἐπιθ. ἁγία καὶ τοῦ ὀν. Κυριˬακή.
Σημασιολογία
Ἡ ἁγία Κυριακή, τῆς ὁποίας ἡ μνήμη τελεῖται τὴν 7ην Ἰουλίου:Φρ. Τῆς ἁγίας Κερεκῆς τ᾿ ἅψιμον (ἅψιμον=πῦρ. Ἐπὶ παιδὸς λίαν ζωηροῦ. Ἡ φρ. ἔχει τὴν ἀρχὴν ἐκ τῆς παραδ. ὅτι ἀστραπὴ ἐξ οὐρανοῦ κατελθοῦσα δι᾿ εὐχῶν τῆς ἁγίας Κυριακῆς, ὡς λέγεται ἐν τῷ μαρτυρολόγιῳ της, κατέκαυσε τὸν τύραννον καὶ βασανιστήν της Ἱλαριανὸν) Κερασ. Τ᾿ ἁε-Κερεκῆς τ᾿ ἅψιμον (συνών. τῇ προηγουμένῃ) Χαλδ. Ἡ λ. πολλαχ. καὶ ὡς τοπων.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA