ἀβδελλότοπος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀβδελλότοπος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀβδελλότοπος ὁ, Κεφαλλ. Πελοπν. (Καλάβρυτ.) κ.ἀ. ἀβτελ-λότοπος Κύπρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἀβδέλλα καὶ τόπος.

Σημασιολογία

Τόπος, ὅπου ὑπάρχουν βδέλλαι ἔνθ᾿ ἀν.: Τὰ πρόβατα ἀβδέλλιˬασαν, γιˬατὶ ἐκεῖ ποῦ ᾿βοσκαν ἧταν ἀβδελλότοπος Καλάβρυτ. Συνών. ἀβδελλερό.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/