ἀβλάστημος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀβλάστημος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀβλάστημος ἐπίθ. Πόντ. (Χαλδ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ρ. βλαστημῶ ἀπὸ τοῦ θέμ. τοῦ ἐνεστ.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ βλασφημῶν τὰ θεῖα, ὁ μὴ ἁμαρτάνων διὰ βλασφημιῶν: Ἀβλάστημος ἄρθεπος. Συνών. ἀβλαστήμητος 2, ἀντίθ. βλαστημιˬάρις, βλάστημος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/