ἀγράστι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγράστι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θυληκό

Τυπολογία

ἀγράστι ἡ, Καππ. (Σίλ. Σινασσ.) Πόντ. (Ἀμισ.) ἄγραστι Κύπρ. ἄργαστι Κύπρ. ἄρκαστι Κύπρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἀρχ. οὐσ. γράστις ἢ κράστις.

Σημασιολογία

Τὸ φυτὸν κυνόδους ὁ δάκτυλος (cynodon dactylon). Συνών. ἀγριάδα (I) 5 α.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/