ἀγριελίδα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγριελίδα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θυληκό

Τυπολογία

ἀγριελίδα ἡ, ΓΧατζιδ. ΜΝΕ, 2282 ἀγριλίδα Θρᾴκ. (Αἶν.) Κρήτ. Λευκ. Νάξ. Παξ.- ΑΒαλαωρ. Ἔργα 3,348 (ἔκδ. Μαρασλῆ) ἀγρολίδα ΓΧατζιδ. ΜΝΕ, 2,282 ἀγρουλίδα Κρήτ. ἀργουλίδα Κρήτ. ἀσγουρλίδα Κρήτ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀγριελίδι.

Σημασιολογία

Ἀγριελαία ἔνθ᾿ ἀν.: Ποίημ. Κ᾿ ἤθελε ἀπ᾿ ἀγριλίδα | νὰ ᾿ναι χυτὲς οἱ ζεῦλές του ΑΒαλαωρ. ἔνθ᾿ ἀν. Ἡ λ. καὶ ὡς τοπων. Κρήτ. Παξ. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀγριέλα 1.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/