ἀδερφομίταρα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀδερφομίταρα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀδερφομίταρα τά, ἀδελφομίταρα Πόντ. (Κερασ. κ.ἀ.) ἀδερφομίταρα Πελοπν. (Λακων.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τῶν οὐσ. ἀδερφός καὶ μιτάρι.

Σημασιολογία

1) Τὰ δύο νήματα τὰ διὰ τοῦ ἅμματος ἑκατέρου τῶν μίτων, ἐμπροσθίου καὶ ὀπισθίου, διελθόντα, ὅρ. ὑφαντουργικὸς Πόντ. (Κερασ. κ.ἀ.) 2) Τὰ τέσσαρα μιτάρια, διὰ τῶν ὁποίων ὑφαίνονται χονδρὰ ὑφάσματα Πελοπν. (Λακων.): Ξεbερδεύομε τ᾿ ἀδερφομίταρα (τὰ καθαρίζομεν, διότι ἐγέμισαν ἀπὸ χνοῦδι) || ᾎσμ. ’Σ τὸν ἀργαλε͜ιὸ ποῦ κάθεται ὁ Χάρως σαϊττεύει τὴ gόρη τὴν πεdάμορφη τὴ μοσκαναθρεμμένη, ποῦ ἔργο της εἶν᾿ ὁ ἀργαλε͜ιὸς καὶ τ᾿ ἀσημένιˬα χτένιˬα καὶ τὰ ἀδερφομίταρά τ᾿ς ἡ μόνη της κουβέdα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/