ἀγριολεβάντα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀγριολεβάντα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀγριολεβάντα ἡ, Ζάκ Κέρκ. Κεφαλλ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἄγριος καὶ τοῦ οὐσ. λεβάντα.
Σημασιολογία
Τὰ ἑξῆς ὅμοια τὴν ὀσμὴν φυτὰ 1) Ἡ τῶν ἀρχ. λιβανωτὶς ἢ στοιχὰς ἤ ἴφυον (ΠΓεννάδ. 593), λαβαντὶς ἡ στοιχὰς (lavandula stoechas) τοῦ γένους τῆς λαβαντίδος (lavandula) τῆς τάξεως τῶν χειλανθῶν (labiatae), ἀγριολούλουδον μὲ τὴν ρίζαν λευκὴν «ὄζουσαν λιβάνου» (Διοσκορ. 3,79) Κέρκ. Κεφαλλ. Συνών. Λαμπρή, μαυροκέφαλο, μυροφόρα, χαμωλίβανο. 2) Εἶδος ἀγρίας νάρδου Ζάκ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA