ἀδικοθάνατος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀδικοθάνατος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀδικοθάνατος ἐπίθ. Ζάκ. Ἤπ. Κεφαλλ. Κρήτ. Παξ. Σκίαθ.-ΑΠαπαδιαμ. Πεντάρφ. 4 ΙΤυπάλδ. Ποιήμ. 61 -Λεξ. Περίδ. ἀθ’κουθάνατους Θρᾴκ. (Μάδυτ.) κ.ἀ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἄδικος καὶ τοῦ οὐσ. θάνατος. Πβ. τὰ μεταγν. ἀωροθάνατος, κακοθάνατος.
Σημασιολογία
1) Ὁ τυχὼν θανάτου ἀδίκου, θανάτου βιαίου, προώρου, τοῦ ὁποίου δὲν ἦτο ἄξιος ἔνθ’ ἄν.: Ἐπῆγε ἀδικοθάνατος Κρήτ. κ.ἀ. || Ποίημ. Οἱ τόσοι ἀδικοθάνατοι μὲ θαυμασμὸ κοιτάζουν καὶ πάλι μέσ᾿ ᾿ς τὸ μνῆμά τους πέφτουνε καὶ προσμένουν ΙΤυπάλδ. ἔνθ’ ἀν. 2) Ὁ ἄξιος νὰ τύχῃ ἀδίκου θανάτου, ἐκεῖνος τὸν ὁποῖον καταρᾶταί τις νὰ τύχῃ ἀδίκου θανάτου Ζάκ. Κεφαλλ. Κρήτ. Παξ.: Τοῦ εἶπα τοῦ ἀδικοθάπτω, μὴ μοῦ βαρέσῃς τὸ παιδί μου! Παξ. || Φρ. Ἔ, τὸν ἀδικοθάνατο! Κρήτ. Διˬάλε τὴν κεφαλή σου, ἀδικοθάνατε! (ἀρὰ) αὐτόθ. || ᾎσμ. Ποτέ σου, ἀδικοθάνατε, δὲ μοῦ ’πες τὴν ἀλήθε͜ια Ζάκ. Πβ. ἀδικοσκοτωμένος (ἰδ. ἀδικοσκοτώνω), *ἀδικοσκοτωτός, *ἀδικοφονευτός, κακοθάνατος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA