ἀγριορρέφκι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγριορρέφκι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀγριορρέφκι τό, ΘΧελδράιχ 40.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἄγριος καὶ ἀγνώστου β΄ συνθετ.

Σημασιολογία

Τὸ ἀγριόχορτον ἐλαφόβοσκον τὸ σκιερὸν (pastinaca opaca), ἡ ἀγρία μορφὴ τοῦ ἐλαφοβόσκου τοῦ ἡμέρου (pastinaca sativa) τῆς τάξεως τῶν σκιαδανθῶν (umbelliferae).

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/