ἀθρακόπιττα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀθρακόπιττα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀθρακόπιττα ἡ, ἀμάρτ. ’θρακόπιττα Ψαρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἀθράκι καὶ πίττα.

Σημασιολογία

Πίττα ψηνομένη εἰς τὸν πυρωμένον κλίβανον πρὶν καθαρισθῇ οὗτος πρὸς εἰσαγωγὴν τῶν ἄρτων. Πβ. άθόπιττα, κεραμόπιττα, πλακόπιττα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/