ἀθυμίαστος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀθυμίαστος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀθυμίαστος ἐπίθ. Πόντ. (Τραπ.) - Λεξ. Περίδ. ἀθύμιˬαστος Κρήτ. Χίος κ.ἀ. ἀθούμιˬαστος Σύμ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ἐπιθ. *θυμιˬαστὸς<θυμιˬάζω.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ θυμιαθεὶς ἔνθ’ ἀν. : Ἀθούμιˬαστες ’μόλυκες σήμ-μερο τὲς εἰκόνες τοῦ σπιτιˬοῦ (᾿μόλυκες = ἄφησες) Σύμ. Τ’ ὁσπίτιν ἐμουν πολλὰ καιρὸν ἀθυμίαστον ἔν’ (ἡ οἰκία ἡμῶν πολὺν καιρὸν κτλ.) Τραπ. Συνών. ἀθυμιˬάτιστος 1, ἀλιβάνιστος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/