ἀζοπηγὴ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀζοπηγὴ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀζοπηγὴ ἡ. Ἰκαρ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τῶν οὐσ. ἄζα καὶ πηγή. Πβ. καὶ ΣΔεινάκ. ἐν ᾿Αθηνᾷ 38 (1926) 70.
Σημασιολογία
Φρέαρ ἢ πηγὴ ἀπεξηραμμένη. Ἡ λ. ὑπὸ τοὺς τύπ. ᾿Αζοπηγὴ καὶ ᾽Αζ-ζοπηγὴ καὶ ὡς τοπων. Χίος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA