αἱματόχαρος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

αἱματόχαρος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

αἱματόχαρος ἐπίθ. ΚΠαλαμ. Παράκαιρ. 32 ἱμόχαρους Θεσσ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ οὐσ. αἷμα καὶ τοῦ χάρος, ὃ ἐκ τοῦ ἐχάρηκα ἀορ. τοῦ ρ. χαίρω. Πβ. μεταγν. αἱματοχαρὴς καὶ αἱμοχαρής.

Σημασιολογία

Ὁ χαίρων ἐπὶ τῷ αἵματι, αἱμοχαρής, σκληρὸς ἔνθ’ ἀν.: Ποίημ. Αἱματόχαρες φάρες, μυστικοὶ καλογέροι, πῶς θολώνουν τὸ διˬάφανο ἀγέρι ΚΠαλαμ. ἔνθ’ ἀν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/