ἀλλαξοφόρι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀλλαξοφόρι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀλλαξοφόρι τό, ἐνιαχ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. ἀλλαξοφορῶ ὑποχωρητικῶς.
Σημασιολογία
Ἔνδυμα καθαρὸν ἢ καινουργὲς πρὸς ἀλλαγὴν παλαιοῦ ἢ ρυπανθέντος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA