ἀλλαργοξορίζω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀλλαργοξορίζω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀλλαργοξορίζω Κάρπ. Κρήτ. (Βιάνν. κ. ἀ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιρρ.ἀλλάργα καὶ τοῦ ρ. ἐξορίζω.

Σημασιολογία

Ἀποστέλλω εἰς μακρινὸν μέρος οἱονεὶ ὡς εἰς ἐξορίαν : ᾎσμ. Ἀνάθεμα κ᾿ ἐτσὰ ζωὴ κιˬ ἀποὺ τὴν ᾿πεθυμήσῃ κιˬ ἁπού ᾿χει θηλυκὸ παιδὶ καὶ τ᾿ ἀλλαργοξορίσῃ (τὸ ὑπανδρεύσῃ εἰς μακρινὸν μέρος)Κρήτ. Ἀλλαργοξωρισμένο μου, μήνα μου νὰ μαθαίνω, ἂν ἔχῃς τὴν ὑγείαν σου νά το καταλαβαίνω αὐτόθ. Νὰ βρῶ πουλλιˬὰ διαβατικὰ κιˬ ἀλλαργοξωρισμένα Κάρπ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/