ἀλληλοφαγώνομαι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀλληλοφαγώνομαι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀλληλοφαγώνομαι ἀμάρτ. ἀλληλοφαώνομαι Κρήτ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀλληλοφαγιˬά.

Σημασιολογία

Κατὰ πληθ., ἐρίζομεν πρὸς ἀλλήλους, βλάπτομεν, ἐξολοθρεύομεν ἀλλήλους : Ἀλληλοφαώνουdαι οὕλη τὴν ὥρα. Συνών. ἀλληλοτρώγομαι. Πβ. ἀλληλομαχῶ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/