ἀλογοφαγᾶς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀλογοφαγᾶς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀλογοφαγᾶς ἐπίθ. Θρᾴκ. –Λεξ. Αἰν.
Ετυμολογία
Ἑκ τῶν οὐσ. ἄλογο καὶ φαγᾶς.
Σημασιολογία
1) Ὁ τρώγων κρέας ἵππου. Εὔχρηστος ἡ λ. σκωπτικῶς προελθοῦσα ἐκ παραδόσεως. Οὕτω ἀλογοφαγᾶδες καλοῦνται οἱ κάτοικοι τοῦ χωρίου Σκεπαστοῦ Θρᾴκης ὑπὸ τῶν περιοίκων ὡς φαγόντες τὸ εἰς ἄλογον μεταμορφωθὲν λάφι τοῦ Θεοῦ. 2) Ἰσχυρὸς (ὁ δυνάμενος δηλ. νὰ φάγῃ ὁλόκληρον ἄλογο)Λεξ. Αἰν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA