ἀλπακᾶς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀλπακᾶς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀλπακᾶς ὁ, σύνηθ. ἀλπαγᾶς Ἀθῆν. ἄλπακας Πελοπν. (Κορινθ.)ἄρπακας Ζάκ. ἀρπάgα ἡ, Νάξ. (Ἀπύρανθ.)

Ετυμολογία

Έκ τοῦ Γαλλ. αlpαcα.

Σημασιολογία

Εἶδος λεπτοῦ μαλλίνου ὑφάσματος σύνηθ.: Φόρεμα ἀπὸ ἀλπαγᾶ σύνηθ. || ᾎσμ. Στολίζετ᾿ἡ μελαχρινὴ | μὲ τὴ μεσούλλα τὴ λ͜ειανή, ἄχ, καὶ πάει ᾿ς τὸ πανηγύρι | μάλαμα καὶ τζοβαῒρι, βάζει τὸν πρῶτον ἄλπακα, | τρελλαίνει γέρους καὶ παιδιˬὰ Κορινθ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/