ἁλωνόφτερο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἁλωνόφτερο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἁλωνόφτερο τὸ, ἀμάρτ. ἁλουνόφτιου Σαμοθρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἁλώνι καὶ φτερό.

Σημασιολογία

Ὁ περὶ τὸν χῶρον τοῦ ἁλωνίου χαμηλὸς τοιχίσκος ἤ ἀντἰ τούτου σειρὰ ὀρθίων πλακῶν διὰ νὰ μὴ διασκορπίζωνται ἔξω ἀπό αὐτὸ τὰ ἁλωνιζόμενα σιτηρά.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/