ἀμπελοκλαδι̮άζομαι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀμπελοκλαδι̮άζομαι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀμπελοκλαδι̮άζομαι, Μετοχ. ἀbενοκλαδι̮ασμένος Κεφαλλ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀμπελοκλάδι.
Σημασιολογία
Προσβάλλομαι ὑπὸ τῆς νόσου ἀμπελοκλάδι 5, ὃ ἰδ.: Ἀbενοκλαδι̮ασμένο μου! (ἀρά. Πβ. *ἀμπελοκλαδι̮αστός) .
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA