βοιˬδοκοπὴ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

βοιˬδοκοπὴ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

βοιˬδοκοπὴ ἡ, ΔΛουκοπ. Γεωργ. 93 βουιˬδουκουπὴ Στερελλ. (Αἰτωλ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. βόιˬδι καὶ κοπή.

Σημασιολογία

Ἀγέλη βοῶν. Συνών. ἀγελαδοκοπή.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/