ἀραποσιτένιˬος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀραποσιτένιˬος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀραποσιτένιος ἐπίθ. πολλαχ. ἀραπου’τένιους Ἤπ. ἀραποσικένιε Τσακων.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀραποσίτι καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ- ένιος.

Σημασιολογία

Ὁ ἐξ ἀραβοσίτου παρεσκευασμένος: Ἀραποσιτένιο ψωμὶ - ἀλεύρι πολλαχ. Ἄντε ἀραποσικένιε (ἄντε = ἄρτος) Τσακων. Συνών. ἀραποσιτήσιος, ἀραποσίτικος, ἀραποσίτινος, καλαμποκήσιος, κουκκουναρένιος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/