ἀραχνοκεντημένος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀραχνοκεντημένος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀραχνοκεντημένος ἐπίθ. ΙΠολέμ. Ἀλάβαστρ.2 18.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἀράχνη καὶ τοῦ κεντημένος μετοχ. του ρ. κεντῶ.
Σημασιολογία
Ὁ λεπτὸς καὶ διὰ λεπτοτάτου κεντήματος πεποικιλμένος: Ποίημ. Καὶ τὰ γλυκά μου ὀνείρατα κ᾽ ἡ ἐλπίδα μου ἡ παρθένα κάθε χαρᾶς μου, κάθε ἐπιθυμιˬᾶς ἀγνάντιˬα ᾽ς τὰ συντρίμμιˬα σου τ’ ἀραχνοκεντημένα ἐπάγωναν κ᾽ ἐσβῆναν μονομιˬᾶς. Συνών. ἀραχνοκέντητος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA