γαττουλοπόδης
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γαττουλοπόδης
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γαττουλοπόδης ἐπίθ ἀμάρτ. κατσουλοπόδης ΔΚρήτ. Οὐδ. κατσουλοπόδι ΔΚρῆτ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. γαττούλα, παρ’ ὃ καὶ κατσούλα, καὶ πόδι.
Σημασιολογία
Ἐπὶ προβάτων, τὸ ἔχον εἰς τοὺς πόδας χρῶμα γαλῆς, λευκὸν δηλ. μετὰ στιγμάτων ἤ ραβδώσεων κιτρινωποῦ βαθέος χρώματος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA