γεβέντιση
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γεβέντιση
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γεβέντιση ἡ, ἀμάρτ. ’εβέdιση Νάξ. (’Απύρανθ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. γεβεντίζω.
Σημασιολογία
Γεβεντιλίκι 2, ὃ ἰδ.: Μιˬὰ ᾿εβέdιση μοῦ ’λαχε κιˬ ἀκούς ὁ καμός μου!
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA