ἀργαλίστρα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀργαλίστρα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀργαλίστρα ἡ, Πελοπν. (Ἄργ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἀργαλε͜ιός καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ίστρα ἀποσπασθείσης ἐκ τοῦ μοδίστρα.
Σημασιολογία
Γυναῖκα ὑφαίνουσα, ὑφάντρια: ᾎσμ. ’Γὼ θὰ σοῦ πάρω μηχανή, | Ἑλένη Καλαματιˬανή, νὰ λέγεσαι μοδίστρα, | μοδίστρα, ὄχι ἀργαλίστρα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA