ἀργοβλαστώνω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀργοβλαστώνω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀργοβλαστώνω, ἀργουβλαστώνου Ἴμβρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. ἀργὰ καὶ τοῦ ρ. βλαστώνω.
Σημασιολογία
Διαρκῶ πολύ: Τοῦτου τοὺ πιδὶ ὅ,τι κινούργιˬου νὰ φουρέ δὲν ἀργουβλαστώ. Πῆρα πά’ κινούργιˬα παπούτσιˬα, ἀμ' δὲ θ’ ἀργουβλαστώσ’.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA