ἀργοκυματοῦσα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀργοκυματοῦσα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀργοκυματοῦσα ἐπίθ. θηλ. ΜΤσιριμῶκ. ᾿Εκ βαθ. 25.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀργός, τοῦ οὐσ. κῦμα καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -οῦσα.
Σημασιολογία
Ἡ βραδέα ἢ ἀραιὰ κύματα προκαλοῦσα: Ποίημ. Μ᾿ ἀδύναμος δὲ νοσταλγῶ τὰ μακρινὰ ταξίδιˬα, νὰ ταξιδεύω τὴ νοτιˬὰ τὴν ἀργοκυματοῦσα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA