ἀργονόητος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀργονόητος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀργονόητος ἐπίθ. Πελοπν. (Λακων. Μαν.) ἀργονόετος Πόντ. (Κερασ. Τραπ. κ.ἀ.) ἀργονόγετος Πόντ. (Κερασ.) ἀγρονόετος Πόντ. (Τραπ.) ἀργονόιστος Πόντ. (Σάντ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀργὸς καὶ τοῦ ρ. νοῶ, παρ' ὃ καὶ νοΐζω, ὃθεν ὁ τύπ. ἀργονόιστος.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ ἐννοῶν ταχέως, βραδύνους, ἀργὸς τὴν διάνοιαν ἔνθ’ ἀν.: Αὐτὸς εἶναι λίγο ἀργονόητος Λακων.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/