ἀφτίτσι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀφτίτσι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀφτίτσι τό, ὠτίτσι Καππ. (Σίλατ.) ἀφτίτ' Σαμοθρ. ’φτίτσ’ Θρᾴκ. (Σουφλ.) Σκῦρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀφτὶ καὶ τῆς καταλ -ίτσι.

Σημασιολογία

1) Ἀφτὶ Καππ. (Σίλατ.) 2) Εἶδος μύκητος ἐδωδίμου Θρᾴκ. (Σουφλ.) Σαμοθρ. Σκῦρ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/