γεμλίκι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γεμλίκι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γεμλίκι τό, ἀμάρτ. γεμλίκιν Λυκ. (Λιβύσσ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ Τουρκ. yemlik=φάτνη.
Σημασιολογία
Τὸ μέρος ἔνθα τίθεται ἡ τροφή τῶν ζῴων, ἡ φάτνη. Συνών. παχνί.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA