ἀναμαλλήθρα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀναμαλλήθρα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀναμαλλήθρα ἡ, Πελοπν (Τρίκκ. Σουδεν. κ. ἀ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. ἀναμαλλιˬάζω διὰ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ήθρα.

Σημασιολογία

Κατὰ πληθ. ἀναμαλλῆθρες, οἱ πρῶτοι ἴουλοι οἱ φυόμενοι εἰς τὰς παρειὰς καὶ τὸν πώγωνα τῶν ἐφήβων. Συνων ἀναμαλλίδα 3.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/