ἀργυροκαμωμένος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀργυροκαμωμένος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀργυροκαμωμένος ἐπίθ. Λεξ. Δημητρ. ἀργυρουκαμουμένους Θρᾴκ. (Αἶν.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἀρχ. οὐσ. ἄργυρος καὶ τοῦ καμωμένος μετοχ. τοῦ ρ. κάνω.

Σημασιολογία

Ὁ ἐξ ἀργύρου κατεσκευασμένος ἔνθ’ ἀν.: ᾎσμ. Παραθυράκια μου χρυσᾶ κιˬ ἀργυροκαμωμένα. Λεξ. Δημητρ. Συνών. ἀργυροκάμωτος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/